2014 -O ΒΑΝΔΑΛΙΣΜΟΣ ΩΣ ΠΗΓΗ ΕΜΠΝΕΥΣΗΣ

Ο ΒΑΝΔΑΛΙΣΜΟΣ ΩΣ ΠΗΓΗ ΕΜΠΝΕΥΣΗΣ

Μια έκθεση του Κώστα Τσόκλη με θέμα τον Σταυρό

Η νέα έκθεση, με τίτλο: «Ο βανδαλισμός ως πηγή έμπνευσης», είναι σύμφωνα με τον καλλιτέχνη, «μία προσπάθεια λύτρωσης,
από το διπλό βανδαλισμό που διεπράχθη πέρυσι το καλοκαίρι στη Σπιναλόγκα», μετά το τέλος της εκδήλωσης «Tsoclis, εσύ ο τελευταίος λεπρός» και αναφέρεται στην κλοπή των 13 εντοιχισμένων σχεδίων, που χάρισε στο νησί ως ανάμνηση της εκδήλωσης, και στην καταστροφή του έργου του « Εκρηγνυόμενος σταυρός», που ήταν ένα ανάθημα στους εκατοντάδες λεπρούς που πέρασαν τη δυστυχισμένη τους ζωή και πέθαναν ανώνυμοι πάνω στο αφιλόξενο ξερονήσι.
Είχε φτιαχτεί «επί τόπου» μέσα σε γενική παραδοχή και ενθουσιασμό χωρίς κανείς να μπορεί να προβλέψει την τύχη του.
Δυστυχώς, το έργο, όπως λέει ο καλλιτέχνης, «αντί να προστατευτεί, θυσιάστηκε στο βωμό της παρελθοντολατρείας, της τυπολαγνείας και του πείσματος. Κρίμα τόσος κόπος, τόσοι κίνδυνοι που διατρέξαμε για να το στήσουμε, τόσα χρήματα, τόση αμοιβαία αγάπη που χάθηκε! Κρίμα όμως προπάντων για το νησί, που του έσκισαν μια ακόμα σελίδα από το βιβλίο του πολυτάραχου βίου του.
Προσπάθησα, λέει ο Τσόκλης, μα δεν μπόρεσα να το διασώσω...».
Σε αντικατάσταση εκείνων που χάθηκαν, που καταστράφηκαν, που κλάπηκαν, δημιουργήθηκαν τα νέα αυτά έργα.
Πρόκειται για μια σειρά ζωγραφικών έργων μικτής τεχνικής, στα οποία ο καλλιτέχνης, βλέπει το έργο του – τον Σταυρό – σαν ένα ζωντανό οργανισμό, που συμβολικά περνά τα δεινά που περνάει ο καλλιτέχνης, όταν ένα σημαντικό έργο του δεν μπορεί να εκτιμηθεί από τους συγχρόνους του και καταλήγει ..να καταστρέφεται! Κανένα έργο Τέχνης ποτέ δεν έχει βρεθεί στα σκουπίδια, κάτι τέτοιο είναι ιεροσυλία για την ίδια την Τέχνη όχι μόνο για ένα έργο ήδη αναγνωρισμένου καλλιτέχνη, αλλά ακόμη και για το έργο του πιο άσημου
ή του πιο ατάλαντου.
Η Τέχνη περιέχει την έννοια της ανθρώπινης ευαισθησίας που την δημιούργησε και είναι αδιανότητο να καταστρέφεται!
Σε παγκόσμιο επίπεδο ευτυχώς, οι αρμόδιοι έχουν συνείδηση του ότι η Τέχνη του χθες, η Τέχνη του σήμερα και η Τέχνη του αύριο, μπορούν και επιβάλλεται να συνυπάρχουν, καθώς είναι μέρος της Ιστορίας και της κοινωνικής πραγματικότητας ενός τόπου και μνημεία για τις επόμενες γενιές.

 

 

Kείμενο του Θανάση Λάλα 

Ένα "Εγώ" μαγικό χαλί, για μια πτήση στο "εμείς".
Ένα "καλλιτεχνικό γεγονός" που χρησιμοποιεί την πρόθεση για σύνδεσμο, το ρήμα ως επίρρημα, και την αντωνυμία ως επίθετο, για να ξανασυντάξει μια νέα γραμματική εμπειρία στη δημιουργική παλέτα του "σύγχρονου". 
Γυρίζει την πλάτη του στο "μοντέρνο", σαν παλιός αναβάτης που ξέρει ότι η ανηφόρα δεν είναι πιο δύσκολη στην αναρρίχησή της από την κατηφόρα. Εκγυμνάζει συστηματικά κάθε φορά τους μυς που είναι χρήσιμοι για να επιτύχει το ποθητό αποτέλεσμα. 
Θαυμαστής της πρωτοπορίας, απορών με την εμμονή πολλών στην πρωτοτυπία. 
Διακρίνει την ιδιοφυΐα από την ευφυΐα και μετράει μέχρι το δέκα, ξανά και ξανά  για  να μάθει τις ευεργετικές συνέπειες της επανάληψης. Τίποτα δεν είναι για αυτόν δεδομένο σε έναν κόσμο που δεν αλλάζει, αρνείται να αποδεχτεί τη βεβαιότητα σαν ησυχαστήριο και πιστεύει ότι ακόμα και η ακινησία περιέχει ανεκμετάλλευτες ταχύτητες φωτός, 
ενέργεια ικανή να κινήσει αμμόλοφους σε χιονισμένες κορυφές. 
Η φαντασία του ανταλλάσει συνεχώς χειραψίες με τη λογική και το αποτέλεσμα αυτής της οικειότητας είναι η δική του υπογραφή. 
Δεν πετάει στα σύννεφα, πατάει στη γη, αλλά αναποδογυρίζει το φαινόμενο της βαρύτητας και αντί να στέκεται όρθιος, κολλημένος, πέφτει οριζοντίως σε μια μαύρη τρύπα και πιάνει ουσία. Η ουσία της Τέχνης του είναι η δημιουργία μιας  άλλης εμπειρίας που έχει σαν αφετηρία το πίσω μέρος του καθρέφτη και τι δεν βλέπουμε  σε αυτό που κοιτάμε. 
Πιστεύει στην αποκάλυψη της "κάλυψης" μιας ιδέας του κόσμου. Έχει την πονηριά ενός ζώου σε συνεχή απειλή. Όλα μεταμορφώνονται σε φωτιά που καίει το άπιαστο, το ανεκπλήρωτο. Αυτός είναι ο τρόπος του να "καίει" αυτό που τον καίει.
Είναι το πιο ηθικό στοιχείο που γνώρισα, στην περιοχή της αμαρτίας. 
Αμαρτωλός Άγιος, για αυτό και συχνά παρεξηγήσιμος. 
Ο λόγος του για μένα μέρος του όλου έργου του είναι ο στόκος του. Με αυτόν στοκάρει τις χαραμάδες, με αυτόν στεγανοποιεί το μυστήριο της αλλόκοτης σύλληψης  που τον διακρίνει στη δράση του. Αν και φαίνεται λεωφόρος, είναι όλο γωνίες η πολεοδομία της σκέψης και της ψυχής του.

Εκεί που σε πάει δεν ξέρεις αν συναντηθείς με το ζητούμενο ή πέσεις πάνω στο ασύλληπτο. Στοιχηματίζει καθημερινά, δοκιμάζοντας τις δυνατότητες και τις αντοχές, τις δικές του αλλά και των φίλων του, στην υπερβολή που δεν είναι για αυτόν, παρά η εκβολή της αιώνιας αναπάντητης αγωνίας: γιατί είμαστε εδώ;  Τι ήρθαμε να κάνουμε;
Βαθειά θρησκευόμενος καλλιτέχνης. Πιστεύει με πάθος στο ελάττωμα. Πιστεύει ότι το ελάττωμα του ως δυνατότητα, είναι το πλεονέκτημα που έχει να προσθέσει στην τέχνη του.

 

Kείμενο του Τζoυλιάνο Σεραφίνι 
για το έργο: Σπιναλόγκα/ Εσύ, ο τελευταίος λεπρός/ του Κ.Τσόκλη, που συνδέει την Ιστορία του χθες, με τη σύγχρονη δημιουργία του Σήμερα.

Μια μεγάλη ηθική σκέψη πριν ακόμα γίνει μια καταπληκτική καλλιτεχνική αποκάλυψη. 
Η σημασία του “Εσύ ο τελευταίος λεπρός”, της επέμβασης  που πραγματοποίησε ο Κώστας Τσόκλης στο νησί της Σπιναλόγκας, σε κάνει να σκέφτεσαι πως η Τέχνη μπορεί να γίνει όργανο  λύτρωσης και απελευθέρωσης, έως πίστη. Όμως εδώ οι δρόμοι, φαίνεται να συγκλίνουν και  μπορεί κανείς να αναρωτηθεί: “μεταξύ του Θεού και του καλλιτέχνη ποιος έχει μεγαλύτερη δύναμη”;

Είναι γεγονός ότι στη Σπιναλόγκα ο Τσόκλης τελεί μια παγανιστική λειτουργία μετενσάρκωσης και κάθαρσης. Ο τόπος του πόνου και της περιθωριοποίησης από τον κόσμο και τη στοργή, το γκέτο των κατατρεγμένων, των “ανέγγιχτων”, το λεπροκομείο που ξαναζωντανεύει από ένα αίσθημα ομαδικής ντροπής που κανένας ποτέ δεν θα παραδεχτεί, ξαναβρίσκει μέσω του έργου, το δικό του δικαίωμα ύπαρξης. Ξαναγεννιέται με τη σημασία και τα αποτυπώματα που ο καλλιτέχνης θέλησε να αφήσει επάνω του. Και δεν τίθεται ζήτημα οίκτου σ' αυτό που προβάλλεται στη σκηνή.

Ο καθρέπτινος σταυρός που από την πόρτα του βενετσιάνικου οχυρού, εισάγει τον επισκέπτη στον “ειδικό χώρο”είναι ήδη μια δήλωση ποίησης και μεταφυσικής. Δεν αποπνέει τη δικιά του συμβολικότητα, αντικατοπτρίζει μόνο τον κόσμο, όλα αυτά που περνούν μπροστά του.
Για τον Τσόκλη, το Θείον είναι λοιπόν, ένα δοχείο κενό που περιμένει την πλήρωσή του. Επιβάλλεται με τη μεγαλειώδη του αδράνεια, ενώ με τα κομμάτια καθρέφτη που είναι διάσπαρτα γύρω του, υπαινίσσεται αυτό που θα μπορούσε να είναι το ιστορικό του πεπρωμένο. Ποιο ψηλά και από τον Σταυρό, πάνω από όλα, στα τείχη της Σπιναλόγκας, υπερυψώνεται η Άρτεμις η παρθένα θεά, μυθικό τοτέμ που ακολουθεί από χρόνια τώρα, την περιπέτεια της τέχνης του Τσόκλη και γίνεται το έμβλημα της, ομοίωμα ζωτικής και δημιουργικής ενέργειας, απάντηση στην πνευματική του ερώτηση.
Ο υπονοούμενος έρωτας θριαμβεύει και από εμπάθεια αναγεννά τον τόπο ο οποίος  ξαναγεμίζει από την παρουσία των επισκεπτών ανάμεσα στους παντού διάσπαρτους καθρέφτες. 
Εμείς λεπροί, ακριβώς.

Τα μαγαζιά, τα τούρκικα σπίτια, η εκκλησία, το νεκροταφείο, τα ερείπια, ολόκληρη η διαδρομή, γίνεται ένα προσκύνημα ανάμεσα στα σύγχρονα και τα περασμένα σημεία του έργου του Τσόκλη. Στη Σπιναλόγκα, ο καλλιτέχνης θέλησε να εξατομικεύσει έναν απόλυτο χρόνο μεταιστορικό, ένα “εδώ και τώρα” όπου ακόμα και η βασανιστική του performance επάνω στο στρώμα του αλατιού, -αναφορά στη βασική παραγωγική δραστηριότητα των αρρώστων-, θέλει να εξορκίσει τα αισθήματα του λάθους και της ιστορικής ευθύνης πριν όλα “ξεχαστούν” όπως έγραψε ο Μίλαν Κούντερα.

Το έργο του Τσόκλη γίνεται τελικώς μια πρόκληση στη λησμοσύνη. 
Η τέχνη κατά βάθος είναι σε θέση να συγχωρήσει τα πάντα. Η επιείκεια της δεν έχει όρια ακόμα και όταν χρησιμοποιεί σημαίες πένθους και αναφορές της Θείας Κωμωδίας,  όπως εκείνη που διαβάζουμε πάνω από τη δεύτερη πόρτα του οχυρού “Εγκαταλείψτε κάθε ελπίδα εσείς που εισέρχεστε”.